Κήρυγμα Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας για την Κυριακή ΙE´ Λουκά (Ζακχαίου | 26 Ιανουαρίου 2025)
- 25/01/2025
Ευαγγέλιο: Λουκάς 19:1-10
Ο Κύριος βαδίζει στην πόλη της Ιεριχούς και, πριν μπει μέσα στην πόλη, τελεί ένα ορατό θαύμα, δίνει το φως σε έναν τυφλό. Με την είσοδό του όμως μέσα στην Ιεριχώ, συντελείται ένα αόρατο, πιο μεγάλο θαύμα, πιο ιδιαίτερο, που δεν το είδε ο λαός στο πνευματικό του βάθος, παρά μονάχα αυτός που το έζησε και ίσως κάποιες ψυχές που το κατάλαβαν. Τι θαύμα ήταν αυτό που τέλεσε ο Χριστός αόρατο για τους πολλούς;
Στην Ιεριχώ συντελείται το θαύμα της μετάνοιας και σωτηρίας ενός πολύ μεγάλου αμαρτωλού ανθρώπου, του Ζακχαίου, που το όνομά του σημαίνει στα ελληνικά δίκαιος – καθαρός, αλλά μόνο αυτό δεν ήταν στην ζωή του. Ήταν αρχιτελώνης, εισπράκτορας των φόρων, δημόσιο πρόσωπο και με μεγάλη εξουσία για να επιτελεί νόμιμη αρπαγή περιουσιών. Οι άνθρωποι της εποχής εκείνης θεωρούσαν ως τους πιο αμαρτωλούς για το ανδρικό φύλο τους τελώνες και για το γυναικείο τις πόρνες. Και γι’ αυτό και τον Χριστό τον κατηγορούσαν με την χειρότερη δημόσια μομφή, ότι είναι ‘’φίλος των τελωνών και των πορνών’’.
Ο Ζακχαίος άκουσε για τον Χριστό και για τα θαύματα και τα κηρύγματά που κάμει. Από τότε άρχισε μέσα του να πλάθεται και η δική του η μετάνοια. Ξεκίνησε με μια περιέργεια, με έναν αγαθό πόθο να δει ποιος είναι ο Χριστός. Και πράγματι, εκείνη την ημέρα που έμπαινε ο Χριστός στην Ιεριχώ ήταν η πιο όμορφη της ζωής του. Ο καλός Βοσκός βαδίζει στην Ιεριχώ και ψάχνει το χαμένο πρόβατό του. Κόσμος πολύς συνέθλιβε τον Κύριο για να τον δει και να τον ακούσει. Ο ίδιος ήταν πολύ κοντός στο ανάστημα και άραγε πώς θα τον δει; Ήθελε να δει όμως τον Χριστό, τον αγαθό διδάσκαλο. Δεν τολμούσε να πλησιάσει, γιατί ένιωθε την αμαρτωλότητά του. Όμως ήθελε να δει τον Χριστό και έρχεται στην δεύτερή του κίνηση. Ξεπερνάει όλες τις ντροπές του ως δημόσιο πρόσωπο και αρχή του τόπου και ανεβαίνει σε ένα δέντρο, όπως κάνουν τα μικρά παιδιά που θέλουν να δουν στις παρελάσεις. Και από πάνω από το δέντρο, μικρός όπως ήταν στο ανάστημα, βλέπει τον Χριστό να περνάει από κάτω. Και τότε συμβαίνει ένα αναπάντεχο γεγονός, βιώνει μια ιδιαίτερη ώρα και στιγμή. Σταματάει ο Χριστός, γυρίζει τον βλέπει κατάματα και του απευθύνεται κατ’ όνομα ‘’Ζακχαίε, κατέβα από το δένδρο, σήμερα θα μείνω στο σπίτι σου’’. Με πολλή χαρά κατεβαίνει γρήγορα από το δέντρο και έρχεται σε συνάντηση με τον Χριστό. Όλοι έμειναν έκπληκτοι που ο Χριστός ασχολούνταν με έναν αμαρτωλό. Και εκείνη την ώρα ο Ζακχαίος εξομολογείται ενώπιον του λαού που τον κατέκλεβε ομολογώντας τις αμαρτίες του. Γυρίζει και δηλώνει στον Χριστό την έμπρακτη μετάνοια του, ‘’την μισή μου την περιουσία την δίνω στους φτωχούς, και αυτούς που αδίκησα και έκλεψα, στο τετραπλάσιο θα τους το δώσω’’. Και ήταν ομολογία και μετάνοια αληθινή, και ο Κύριος επικυρώνει και βεβαιώνει την μετάνοιά του λέγοντας, ‘’σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο’’ και πήγε στο σπίτι του.
Ο Ζακχαίος διάβηκε τους δικούς του δρόμους ζητώντας να γνωρίσει τον Χριστό και να ζήσει την σωτηρία του. Ο πρώτος δρόμος της καρδιάς
του ήταν ο πόθος του να γνωρίσει τον Κύριο, ο δεύτερος ήταν το ξεπέρασμα της ντροπής του, ο τρίτος ήταν η ομολογία των αμαρτιών του και ο τέταρτος ήταν να αποκαταστήσει έμπρακτα όλα τα λάθη του.
Με τον ίδιο τρόπο κινείται και η κάθε ψυχή κουρασμένη από την αμαρτία, καθώς ψάχνει με πόθο τον Θεό της αληθείας. Στην συνάντηση με τον Χριστό δεν αρκεί μόνο η αγάπη του Βοσκού Χριστού, χρειάζεται και η αγία περιέργεια του Ζακχαίου. Μόλις ο άνθρωπος κάνει με πόθο Θεού τα πρώτα βήματα του, τότε ο Κύριος τρέχει πιο γρήγορα για να τον συναντήσει.
Ο Ζακχαίος είναι υπόδειγμα μετανοίας. Στο χώμα των αμαρτημάτων του φύτεψε λουλούδια αρετής και ελεημοσύνες. Όχι μόνο στο τετραπλούν ξεπλήρωσε τις κλοπές του, αλλά και την μισή του περιουσία την έδωσε στους φτωχούς. Όσο αμαρτωλοί κι αν είμαστε οι άνθρωποι, ο Χριστός και θέλει και μπορεί να μας δώσει την χαρά της λύτρωσης. Πάνω στην δύναμη αυτή του Θεού έρχεται και η δική μας μετάνοια, που εδώ στο ευαγγελικό ανάγνωσμα συντελείται με την ομολογία και την έμπρακτη αποκατάσταση. Δεν υπάρχει μετάνοια μόνο δια των χειλέων, ούτε μπορεί να είναι κάποιος χριστιανός με ‘’δόσεις’’, που Χριστούγεννα και Πάσχα πλησιάζει και εξομολογείται για να κοινωνήσει και μετά πέφτει στα ίδια πάθη με επίγνωση και επιλογή.
Τον τρόπο αυτό της μετανοίας τον προτρέπει ο Ιερός Χρυσόστομος με δύο κινήσεις, το ξερίζωμα της αμαρτίας και το φύτεμα της αντίστοιχης αρετής. Χρησιμοποιεί δύο λέξεις που είναι κινήσεις ακριβείας της μετάνοιας: ἀπόστηθι και ἐπίθες. Με αυτές τις σημαδιακές λέξεις–κινήσεις εξηγεί το τι σημαίνει μετάνοια. Δεν είναι μόνο να απομακρυνθεί από την αμαρτία του, αλλά και να βάλλει στην θέση της την αντίστοιχη αρετή. Αυτό είναι μετάνοια, να φύγεις από τα αμαρτήματά σου και ως φάρμακα για τις πληγές να βάλεις τις αντίστοιχες αρετές. Κάπως έτσι προέτρεπε τους μετανοούντας ο Ιερός Πατήρ: ‘’Έτσι, αν ήσουνα κλέφτης, σταμάτησε
να κλέβεις και βάλε στο τραύμα σου την ελεημοσύνη. Αν κατέκρινες και κακολογούσες τον αδελφό σου, σταμάτησε και βάλε σαν φάρμακο την φιλοφροσύνη. Κι αν έπεσες στην μοιχεία, τώρα φύτεψε μετά την μετάνοια σου ένα αληθινό έργο που λέγεται τιμιότητα και σωφροσύνη, κι αν έπεφτες στην πορνεία, τώρα φύτεψε την αγνότητα μες στην καρδιά σου και στο σώμα σου. Και εκεί που έβριζες και βλασφημούσες, τώρα να δοξάζεις και να μιλάς για τον Θεό. Αυτό είναι μετάνοια, να αφήσεις τα δάκρυα και την λύπη των αμαρτιών σου και να προχωρήσεις μπροστά πιο έμπρακτα, με νέο τρόπο ζωής άγιο, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, “λησμονώ μεν όσα έγιναν στο παρελθόν, απλώνομαι συνεχώς προς εκείνα που είναι εμπρός μου και πρέπει να εκτελεσθούν’’. Ψεύτικη είναι η μετάνοια όλων που κάτω από μια φόρτιση θλίψης και δυσκολίας οδηγούμαστε στο εξομολογητήριο, αλλά όταν έρχεται η ηρεμία, πάλι πέφτουμε στα ίδια. Και τούτο είναι μόνον μετάνοια διά των χειλέων, χωρίς καρπούς μετανοίας. Και ο μοιχός μετανοεί προς καιρόν, διότι τον ξεμπρόστιασε ο διάβολος στην οικογένειά του, όμως μετά από λίγο συνεχίζει την μοιχεία του. Και ο κλέφτης κάνει το ίδιο όταν γίνει αντιληπτός, ζητά συγγνώμη και μετά η ζωή του είναι πάλι στο κλέψιμο. Και έπαιρνα τον δρόμο μου, ανέβαινα στην ‘’συκομουριά’’ της ταπείνωσής μου και με πόθο και δάκρυα κοιτούσα κατάματα τον Κύριο, αντάμωνα τον Χριστό στο εξομολογητήριο και ξεκινούσα την έμπρακτη μετάνοιά μου. Στο χώμα των αμαρτημάτων μου φύτευα τα λουλούδια των αρετών και τα πότιζα με τα δάκρυα των αγώνων μου. Αμήν.
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως